Το Υποθαλάσσιο Μουσείο Αλοννήσου περιλαμβάνει ένα από τα μεγαλύτερα ναυάγια της Κλασικής Εποχής. Χρονολογείται μεταξύ των ετών 425 με 420 π.Χ και ανακαλύφτηκε το 1985 από το Δημήτρη Μαυρίκη σε βάθος 25 μέτρων, στα ανοιχτά της ακτής της νήσου Περιστέρας.
Το μοναδικό μέγεθος του πλοίου το κατατάσσει στα μεγαλύτερα εμπορικά πλοία της εποχής του. Είχε μήκος 30 μέτρα και πλάτος 10. Μετέφερε περίπου 3.000 αμφορείς, γεμάτους με τα ξακουστά κρασιά της Μένδης (αρχαία πόλη της Χαλκιδικής) και της Πεπάρηθου, η οποία είναι η σημερινή Σκόπελος. Το τεράστιο εμπορικό πλοίο εικάζεται ότι ανήκε σε Αθηναίο έμπορο και φαίνεται να έπεσε σε καταιγίδα ενώ έπλεε κοντά στην ακτή, στο μέρος όπου βυθίστηκε. Άλλη μια πιθανή θεωρία είναι ότι ξέσπασε φωτιά στο κατάστρωμα, η οποία και προκάλεσε τη βύθισή του.
Οι αμφορείς που βρέθηκαν, είχαν χαραγμένα τα αρχικά ΛΥ, κάτι το οποίο πιθανώς ήταν τρόπος μαρκαρίσματος των αγαθών. Η πορεία του πλοίου δεν μπορεί σαφώς να καθοριστεί. Μερικοί ισχυρίζονται ότι όταν ξέσπασε η πυρκαγιά, κατευθυνόταν προς την Αλόννησο για να ξεφορτώσει τα αγαθά, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι είχε μόλις αποπλεύσει από την Αλόννησο, γι’ αυτό και βρέθηκε όχι πολύ μακριά από το λιμάνι.
Το ναυάγιο θεωρείται εξέχουσας σημασίας από αρχαιολογικής άποψης, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού ανέπαφων αμφορέων που διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Τόσο μεγάλη είναι η σημασία του, που ονομάστηκε “Ο Παρθενώνας των Ναυαγίων.”