Βρίσκεται στο λιμάνι της Παροικιάς, κατά μήκος της παραλιακής οδού. Η χρήση του χρονολογείται από τον 8ο αι. π.Χ. έως το 2ο αι. μ.Χ. Oι ταφές είναι πολλές και διαφόρων τύπων. Λόγω της μεγάλης παιδικής θνησιμότητας στην αρχαιότητα έχουμε πολλές παιδικές ταφές σε κιβωτιόσχημους τάφους, σε αγγεία (εγχυτρισμούς) ή μέσα σε μαρμάρινες σαρκοφάγους. O μεγαλύτερος αριθμός των τάφων ανήκει στο δεύτερο μισό του 7ου αι. π.Χ. Μια ορθογώνια κατασκευή (πολυάνδριο ή θήκη), διαστάσεων 7×1,20 μ., κτισμένη από σχιστόπλακες με μεγάλες καλυπτήριες πλάκες χρονολογείται στον 8ο αι. π.Χ. Περιείχε περί τους τριάντα αμφορείς που ήταν τοποθετημένοι όρθιοι ο ένας δίπλα στον άλλο και περιείχαν τα υπολείμματα της καύσης των νεκρών. Πολλοί από τους αμφορείς ήταν καλυμμένοι με μικρότερα αγγεία, σκύφους ή κύλικες.
Στις ανασκαφικές εργασίες, που έγιναν στην Πάρο το 2000 αποκαλύφθηκε μια δεύτερη θήκη των γεωμετρικών χρόνων, η οποία περιείχε περίπου εκατό αγγεία. Μπροστά από το χώρο της ομαδικής ταφής βρέθηκε μεγάλων διαστάσεων επιτύμβια στήλη των αρχαϊκών χρόνων, ύψους 3 μ., η οποία σηματοδοτούσε κάποιο σπουδαίο γεγονός ή μια μεγάλη νίκη. Κανονικές ταφές βρέθηκαν σε τάφους κατασκευασμένους από κεραμίδες ή σε καύσεις που χρονολογούνται στον 5ο αι. π.X. Την τέφρα τοποθετούσαν σε μαρμάρινα αγγεία που σφραγίζονταν με μαρμάρινα επίσης καλύμματα, μερικά από τα οποία έχουν χαραγμένο το όνομα του νεκρού.
Από τα σημαντικότερα ταφικά μνημεία της Πάρου είναι μια στήλη του 5ου αι. π.Χ. πάνω σε βαθμιδωτό βάθρο που περιέκλειε τεφροδόχο αγγείο με την επιγραφή ΝΙΚΩ, το όνομα της νεκρής. Το ίδιο όνομα αναγράφεται και στις δύο πλευρές του βάθρου. Στο δυτικό τμήμα του χώρου βρέθηκαν μαρμάρινες σαρκοφάγοι με καλύμματα με κεκλιμένες πλευρές (σαν στέγη σπιτιού) της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου, τοποθετημένες πάνω σε μαρμάρινα βάθρα. Oι σαρκοφάγοι αυτές θεωρούνται χαρακτηριστικοί τύποι της Πάρου, ενώ παρόμοιες έχουν βρεθεί στη Θάσο, αποικία της Πάρου.