Κατά την αρχαιότητα η Αγορά κάθε πόλης ήταν το εμπορικό και κοινωνικό κέντρο αυτής. Η Αρχαία Αγορά της Κω είναι μια από τις μεγαλύτερες που έχουν ανασκαφεί έως σήμερα στην Ελλάδα. Οικοδομήθηκε αρχικά τον 4ο αι. π.Χ. σε μικρή απόσταση από το λιμάνι της πόλης.
Μετά το 366 π.Χ. Όπου η πόλη της Κω αναγνωρίστηκε ως σημαντικό διοικητικό κέντρο, οικοδομήθηκαν στην περιοχή του λιμανιού και της αγοράς σπουδαία διοικητικά κτίρια αλλά και ιερά. Η αγορά ήταν η ‘καρδιά’ του οικονομικού κέντρου του νησιού με δρόμους, εργαστήρια καταστήματα και βωμούς που συνθέτουν την ‘παραδοσιακή’ εικόνα μιας αρχαίας αγοράς.
Ο αρχαιολογικός χώρος ανασκάφτηκε από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή κατά την περίοδο της ανοικοδόμησης της πόλης, μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1933. Η αρχαία αγορά αποτελούνταν από τρεις κύριες στοές, Ανατολική, Δυτική και Βόρεια, που στο κέντρο τους συναντιόνταν σε μια μεγάλη εσωτερική αυλή. Η Βόρεια στοά ένωνε την αγορά με τα τείχη της πόλης, ενώ οι άλλες δύο είχαν διάφορα εμπορικά καταστήματα που εξυπηρετούσαν τις καθημερινές ανάγκες των πολιτών.
Οι συχνοί σεισμοί που έπληξαν το νησί έδιναν αφορμή για συνεχείς ανοικοδομήσεις της πόλης. Τα διαφορετικά υλικά που χρησιμοποιούνταν βοηθούν στη διάκριση των οικοδομικών φάσεων. Ο σεισμός του 6ου ή 5ου αι. π.X. δεν άφησε ίχνη στην οικοδομική ιστορία της πόλης. Το 366 π.X. και όλο τον 3ο αι., τα κτήρια κατασκευάζονται με αμυγδαλόπετρα (είδος ασβεστόλιθου) και πρασινωπό πωρόλιθο για τη θεμελίωση. Σπανιότερο είναι το μάρμαρο. Την επόμενη περίοδο γίνεται ευρεία χρήση του μαρμάρου. Αυτή την εποχή (2ος αι. π.X.) κατασκευάζονται τα μνημειώδη κτηριακά συγκροτήματα που έδωσαν μεγαλοπρεπή όψη στην πόλη. Η ανοικοδόμηση που ακολούθησε το σεισμό του 142 μ.X. (επί αυτοκράτορα Αντωνίνου του Eυσεβούς) άλλαξε την όψη της πόλης. Στα κτήρια έγινε χρήση της χυτής τοιχοποιίας, ενώ αυτή την περίοδο οικοδομούνται οι θέρμες, το θέατρο, το στάδιο και γίνεται ανακατασκευή της αγοράς και των οικοδομικών τετραγώνων. Καθοριστικός ήταν ο σεισμός του 469 μ.Χ. (επί αυτοκράτορα Λέοντος I) που σημαίνει το τέλος της αρχαίας πόλης και την αρχή της παλαιοχριστιανικής περιόδου. Η ανασκαφή της Ελληνικής αρχαιολογικής υπηρεσίας στη νότια πλευρά προσδιόρισε το μήκος του κτίσματος στα 300 περίπου μέτρα. Ανατολικότερα από την αρχαία αγορά οι ανασκαφές ανακάλυψαν μέρος του ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης (ιπποδάμειο) με πλατείς δρόμους (4 έως 6 μέτρα) και 4 οικοδομικές νησίδες με σπίτια και καταστήματα.
Ως αρχαιολογικός χώρος, η αγορά εντάσσεται στην ευρύτερη αρχαιολογική ζώνη του λιμανιού, το ορατό σήμερα τμήμα της οποίας καλύπτει μια έκταση 152μ μήκους και 82μ. πλάτους. Στη ζώνη αυτή, εκτός από το ορατό τμήμα της αγοράς, ο επισκέπτης μπορεί να δει τμήμα της οχύρωσης της πόλης, τα ιερά της Αφροδίτης και του Ηρακλή, οικοδομικές νησίδες με τα λείψανα ιδιωτικών κατοικιών, αλλά και τμήμα του αρχαίου λιμένα της πόλης. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο τμήμα της αρχαίας αγοράς βρίσκεται θαμμένο κάτω από την σύγχρονη πόλη. Μάλιστα, το νότιο τμήμα της ήρθε στο φως με πρόσφατες ανασκαφές απέναντι από τον βωμό του Διονύσου, οι οποίες οδήγησαν στην αναστήλωση δύο κιόνων οι οποίοι ανήκουν στην αρχαία αγορά.