Το Ηραίο είναι παραθαλάσσιος οικισμός στα νότια της Σάμου με 849 κατοίκους στην απογραφή του 2011 και ανήκει στο διοικητικά στο Δ.Δ. Παγώνδου.
Ο οικισμός έχει σημαντική τουριστική ανάπτυξη, με οργανωμένη πλαζ, ξενοδοχεία και αρκετά καταστήματα.
Ναός της Ήρας
Στο Ηραίο της Σάμου βρίσκονται και τα ερείπια του ομώνυμου ναού της αρχαιότητας, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στη θεά Ήρα.
Χαρακτηριστική εικόνα από το Ηραίο είναι η μια μοναδική κολώνα που παραμένει όρθια.
Η περιοχή του Ηραίου ήταν αρχαιότατος τόπος θρησκευτικής λατρείας. Η τοποθεσία στην οποία βρίσκεται το Ηραίον φαίνεται πως χρησιμοποιούνταν ως τόπος κατοικίας ήδη από το β’ μισό της 5ης χιλιετίας π.Χ., ενώ τεκμηριώνεται η ύπαρξη εκεί σημαντικού οχυρωμένου οικισμού της Μέσης και ύστερης Εποχής του Χαλκού, με μεγάλες οικίες και δημόσια κτίρια. Σχετικά με τις λατρείες που ασκούνταν στον οικισμό αυτό όμως οι πληροφορίες είναι λίγες ενώ δεν τεκμηριώνεται αδιάλειπτη συνέχειά τους κατά το διάστημε μετά την εγκατάλειψη του οικισμού. Σημαντικά όμως είναι τα ευρήματα στην περιοχή του Βωμού του ιερού: α. ένα πρώτο πλακόστρωτο δάπεδο του 1700-1600 π.Χ. στο οποίο βρέθηκαν κωνικά κύπελλα ανάλογα με μινωικές θρησκευτικές πρακτικές, β. ένα δεύτερο πλακόστρωτο δάπεδο Mυκηναϊκής περιόδου (περ. 1445/1415–1000 π.Χ.) με ενδείξεις βωμού από ωμόπλινθους και γ. ο πρώτις λίθινος βωμός σε στρώμα του 1000 π.Χ.[3].
Αναφορικά με τη λατρεία των ιστορικών χρόνων, στην περιοχή υπάρχουν ερείπια από τουλάχιστον 4 ναούς (Εκατόμπεδος Α’ – 8ος αιώνας π.Χ., Εκατόμπεδος Β’ – 7ος αιώνας π.Χ., ο ναός των Ροίκου και Θεοδώρου – 6ος αιώνας π.Χ., ο ναός με τη μορφή που σώζεται σήμερα – της εποχής του τυράννου Πολυκράτη 538-522 π.Χ., ναοί ρωμαϊκών χρόνων).
Το άγαλμα, έργο του Σμίλη, κατά κανόνα χρονολογείται γύρω στις αρχές του Ζ’ αιώνος π. Χ. (χρονολόγηση του Γερμανού αρχαιολόγου D. Ohly), και θεωρείται ότι τέθηκε στον Εκατόμπεδο ΙΙ’ ναό της Ήρας στη Σάμο (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της εκδ. Αθηνών, τόμος Αρχαικός Ελληνισμός, κεφάλαιο Αρχιτεκτονική, άρθρο Οι πρώτοι ελληνικοί ναοί).
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι στο Ηραίο της Σάμου ήταν ο μεγαλύτερος ναός στην Ελλάδα. Από τις ανασκαφές τεκμηριώνεται δίπτερος ναός ιωνικού ρυθμού, με 105 κίονες, ένας από τους οποίους παρεμένει όρθιος, αλλά όχι ακέραιος, σψζόμενος σε ύψος 11 μ. Ο ναός χτίστηκε σε αντικατάσταση του παλαιότερου Εκατόμπεδου (7ος αι.), αλλά σε άλλο σημείο του ιερού. Σε μια πρώτη φάση του (Δίπτερος Ι) κτίστηκε το 575 π.Χ. από ασβεστόλιθο αλλά λόγω κακής θεμελίωσης και μιας πυρκαγιάς ξαναχτίστηκε μεταξύ 530 και 520 π. Χ. στον ίδιο χώρο (Δίπτερος ΙΙ), με ορισμένα μέρη από μάρμαρο και τους εξωτερικούς κίονες της περίστασης αρράβδωτους. Δεν αποπερατώθηκε ποτέ. Στα ρωμαϊκά χρόνια δεν χρησίμευε ως λατρευτικός χώρος, αλλά μόνο ως πινακοθήκη, καθώς η λατρεία της Ήρας ασκείται στον περίπτερο ναό που έχτισε ο Αύγουστος πάνω από τα θεμέλια του χώρου εισόδου του Εκατόμπεδου, μεταξύ της θεσης του Βωμού και της βάσης του λατρευτικού αγάλματος στον παλαιότερο μνημειακό ναό του ιερού[3].
Χαρακτηριστική για το επίπεδο της κατασκευής είναι η ύπαρξη δικτύου πήλινων αγωγών για την αποχέτευση των υδάτων της βροχής.
Από τα αναθήματα που έχουν βρεθεί και παρουσιάζονται στο μουσείο του Βαθέως, φαίνεται ότι η θρησκευτική επιρροή του ναού απλωνόταν σε όλη την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία, μέχρι και την Αίγυπτο, συγκρίσιμη με την επιρροή του Μαντείου των Δελφών.
Μέρος του συμπλέγματος του ναού είναι και η Ιερά οδός, στρωμένη με πέτρα, η οποία οδηγούσε στην πρωτεύουσα της Σάμου (το σημερινό Πυθαγόρειο).
Αρχιτεκτονικό μνημείο στη Σάμο.
Οι ανασκαφές στον ιερό χώρο του Ηραίου άρχισαν πριν από εκατόν είκοσι πέντε χρόνια και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Τις πρώτες συστηματικές ανασκαφές διεξήγαγε το 1902–1903 η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία υπό την επίβλεψη του Παναγιώτη Καββαδία και του Θεμιστοκλή Σοφούλη. Από το 1910 την έρευνα έχουν αναλάβει γερμανικές ομάδες αρχαιολόγων, από το 1925 μέσω του Παραρτήματος Αθηνών του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου (DAI), με τη στήριξη της ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας [3].
Σχεδόν ολόκληρη η έκταση του ιερού ναού ήρθε στο φως. Ο μεγάλος ναός, οι βωμοί, μικρότεροι ναοί, σπίτια και αναρίθμητα ευρήματα αποκαλύπτουν έναν μεγάλο πολιτισμό που έλαμψε στην περιοχή. Η λατρεία της Σαμίας Ήρας δεν ήταν μόνο Πανελλήνια, αλλά όπως δείχνουν τα πολυάριθμα ευρήματα είχε επεκταθεί σ`ολόκληρο τον τότε κόσμο. Εκτός από τα αφιερώματα των Σαμίων και των άλλων Ελλήνων προς τη μεγάλη θεά, βρέθηκαν και αφιερώματα από την Κύπρο, την Αίγυπτο, ακόμα δε και τις χώρες της Μ.Ασίας και της Μ.Ανατολής.