Το Σπήλαιο Λεοντάρι βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του Υμηττού, σε υψόμετρο 550 μ. δυτικά των Γλυκών Νερών Αττικής. Η ονομασία του οφείλεται σε τοπική παράδοση, σύμφωνα με την οποία, ένα λιοντάρι που κατοικούσε στο σπήλαιο τρομοκρατούσε τους κατοίκους της περιοχής μέχρι που τελικά μαρμάρωσε. Σε ανάμνηση της παράδοσης ένα μαρμάρινο άγαλμα λέοντος ήταν τοποθετημένο κοντά στην Εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην Κάντζα έως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το σπήλαιο είναι οριζόντιο, με έναν ενιαίο θάλαμο, διαστάσεων περίπου 50 Χ 20 μ., που έχει ύψος οροφής από 6 έως 11 μ. Δύο μεγάλοι σταλαγματικοί σχηματισμοί δημιουργούνται στο βαθύτερο τμήμα του. Μικρή σταγονορροή, που συμβάλλει στη συνέχιση της δημιουργίας του λιθωματικού διακόσμου, παρατηρείται ακόμα σε κάποια σημεία. Στα νεότερα χρόνια ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για τον σταυλισμό ζώων.
Το σπήλαιο ερευνήθηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών σε συνεργασία με την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας και απέδωσε σημαντικά στοιχεία για τη χρήση του τόσο στην προϊστορία όσο και στους ιστορικούς χρόνους. Πιο συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκε συστηματικά κατά τη Νεολιθική περίοδο (από τις αρχές της 5ης έως και το τέλος περίπου της 4ης χιλιετίας π.Χ.), οπότε διαμορφώθηκαν λιθόστρωτα δάπεδα με πυρές, αρκετή κεραμική, λίθινα εργαλεία και συγκεντρώσεις ειδωλίων από πηλό και λίθο. Από την κεραμική και τα ειδώλια των ιστορικών χρόνων, που βρέθηκαν επάνω στα προϊστορικά στρώματα, προκύπτει ότι στους Κλασικούς χρόνους και αργότερα το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως ιερό, πιθανότατα αφιερωμένο στον Πάνα και τις Νύμφες.