Στρατόπεδο Μακρονήσου

 

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Μακρόνησο αποτέλεσε τόπο εξορίας χιλιάδων στρατιωτών και πολιτών που οι αρχές έκριναν ότι έχρηζαν κοινωνικής, πολιτικής ή εθνικής αναμόρφωσης.Το στρατόπεδο λειτουργούσε ανεπίσημα από το 1947. Για τη διαχείριση του στρατοπέδου ιδρύθηκε επισήμως μετά τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο τον Οκτώβριο του 1949, ο «Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου» (Ο.Α.Μ.) και λειτούργησε έως το 1955. Ο Οργανισμός υπαγόταν στο Γενικό Επιτελείο Στρατού. Κατά τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο, οι έγκλειστοι συνολικά κυμαίνονται από 40.000 έως 100.000[1]

Ιστορικό
Στη Μακρόνησο, ένα άγονο νησί 15 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ξεκίνησε η λειτουργία του στρατοπέδου συγκέντρωσης με εισήγηση του Γενικού Επιτελείου Στρατού προς το υπουργείο Στρατιωτικών στις 19 Φεβρουαρίου 1947. Στόχος ήταν να διατηρηθεί η μαχητική ικανότητα του κυβερνητικού Εθνικού Στρατού ο οποίος, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, πολεμούσε κατά του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ)[2]. Στο αρχικό εισηγητικό σημείωμα που συντάχθηκε μετά τις εκλογές της 1ης Απριλίου 1946, αναφέρεται επί λέξει: «Αποφασίζεται ο περιορισμός των αριστερών στρατευσίμων εις ορισμένα στρατόπεδα δια να υποστούν αποτοξίνωσιν. Όλες οι στρατιωτικές μονάδες δέον όπως εκκαθαρισθούν από αριστερίζοντες ή υπόπτους αριστερισμού».

Αφού δόθηκε η σχετική έγκριση στις 3 Απριλίου, στάλθηκαν στη Μακρόνησο στις 7 Σεπτεμβρίου 1947, 1.100 μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ. Μέχρι τις αρχές του 1948 είχαν σταλεί και 15.000 οπλίτες οι οποίοι ήταν ύποπτοι για τα πολιτικά τους φρονήματα. Ακολούθησε, τον ίδιο χρόνο, η δημιουργία στρατοπέδου για πολίτες εξόριστους από άλλα νησιά όπως ο Άγιος Ευστράτιος, η Λήμνος και η Ικαρία. Ακολούθησε, από τις αρχές του 1949, η μεταφορά στο νησί και απλών πολιτών που συλλαμβάνονταν προληπτικά.[3]

Υπό τη διοίκηση του Οργανισμού Αναμορφώσεως Μακρονήσου εκείνη την περίοδο λειτούργησαν στο νησί οι εξής μονάδες:[3][2]

Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών (Σ.Φ.Α.) με διοικητή τον Θωμά Σούλη (κατά την περίοδο 1947-1950)
Α΄, Β΄ και Γ΄ Ειδικά Τάγματα Οπλιτών (ΑΕΤΟ, ΒΕΤΟ και ΓΕΤΟ)
Στρατόπεδο Πειθαρχημένης Διαβίωσης (πολιτικοί εξόριστοι)
Πρότυπο Κέντρο Διαπαιδαγωγήσεως Ανηλίκων
Ειδικό Στρατόπεδο Αναμορφώσεως Γυναικών (ΕΣΑΓ, λειτούργησε σε ειδικό χώρο του ΑΕΤΟ)
Μέχρι την άνοιξη του 1950 τη Μακρόνησο διοικούσε ο ταξίαρχος Γεώργιος Μπαϊρακτάρης[2]. Μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Νικόλαο Πλαστήρα (Μάρτιος 1950), η κυβέρνηση τοποθέτησε ως διοικητή τον υποστράτηγο Παπαγιαννόπουλο και περιόρισε δραστικά τη λειτουργία των στρατοπέδων. Το καλοκαίρι του 1950, οι χιλιάδες πολιτικοί εξόριστοι μεταφέρθηκαν από τη Μακρόνησο στον Άγιο Ευστράτιο και το Τρίκερι.[4] Κατά άλλη άποψη, μετά τις εκλογές του Μαρτίου 1950, η κυβέρνηση Πλαστήρα απέλυε χιλιάδες κρατουμένων και μετέφερε στη νήσο Αϊ-Στράτη όσους δεν είχαν υπογράψει δήλωση μετανοίας. Η Μακρόνησος μετατράπηκε σε στρατόπεδο σκληρής πειθαρχικής διαβίωσης αριστερών στρατιωτών, με στόχο πάλι την απόσπαση δηλώσεων μετανοίας.[5]

Τα τάγματα σκαπανέων διατηρήθηκαν έως και το 1955. Στη συνέχεια το στρατόπεδο μετονομάστηκε σε Στρατιωτικές Φυλακές Μακρονήσου για να καταργηθεί επισήμως το 1957.[3]

Σκοποί και μεθοδολογία
Ο υπουργός στρατιωτικών που έδωσε την εντολή για τη λειτουργία του στρατοπέδου συγκέντρωσης της Μακρονήσου ήταν ο Γεώργιος Στράτος της κυβέρνησης Δημητρίου Μαξίμου. Οι πολιτικοί της εποχής χαιρέτησαν τη λειτουργία αυτού του σωφρονιστικού ιδρύματος. Για παράδειγμα, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος αναφέρθηκε σε αυτό ως «αναρρωτήριο ψυχών», «συνέχιση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού», «εθνική κολυμβήθρα» και «νέα Εδέμ στα μάτια της ελληνικής Ιστορίας». Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ανέφερε ότι «στη Μακρόνησο αναγεννάται η Ελλάς ωραιοτέρα στην ψυχή των Ελλήνων»[εκκρεμεί παραπομπή].

Η άοπλη στρατιωτική θητεία, ένας παράδοξος για την εποχή θεσμός, δεν αποσκοπούσε απλώς στον έλεγχο της εμφυλιοπολεμικής στράτευσης των ανδρών. Η Μακρόνησος δεν ήταν απλώς ένας τόπος εξορίας. Πέρα από τις κακές συνθήκες διαβίωσης (οι κρατούμενοι έμεναν σε αντίσκηνα, διατροφή, έλλειψη νερού), οι κρατούμενοι δέχονταν ψυχολογική πίεση με μαθήματα «εθνικού προβληματισμού» και βασανιστήρια[3]. Η σκληρότητα των ενίοτε θανατηφόρων βασανιστηρίων που έλαβαν χώρα εκεί κάνει φανερό ότι, με πρόσχημα την «αναμόρφωση» των κρατουμένων, ασκούνταν σωματική και ψυχολογική βία ώστε να καμφθεί η συνείδηση και το φρόνημά τους με σκοπό να αποκηρύξουν με γραπτές «δηλώσεις μετανοίας» τα φρονήματά τους. Ακολουθούσαν επιστολές που θα έπρεπε να συντάξει ο «ανανήψας» και οι οποίες απευθύνονταν στο δάσκαλο του χωριού του, τον παπά ή τον κοινοτάρχη με το ίδιο περιεχόμενο, αλλά και ομιλίες προς τους υπόλοιπους φαντάρους με τις οποίες θα διατράνωνε την πίστη του στα ιδανικά της πατρίδας και θα πιστοποιούσε τη μεταμέλειά του όπως και την αποκήρυξη του κομμουνισμού.

Η πλήρης επανένταξη απαιτούσε συχνά και την επίδειξη ιδιαίτερης σκληρότητας από τον «ανανήψαντα» προς τους πρώην συντρόφους του, η οποία εάν δεν ήταν αρκούντως πειστική, προκαλούσε άγρια αντίδραση των φρουρών και την εξαρχής απαίτηση για όλα τα προηγούμενα. Πολλοί από τους «αναμορφωμένους» στρατιώτες συμμετείχαν σε μάχιμες μονάδες που πολέμησαν εναντίον του ΔΣΕ[2].

Νομικό καθεστώς
Το νομικό καθεστώς που επιβλήθηκε βασίστηκε στο θεσμό της εκτόπισης των πολιτικών αντιπάλων. Η εκτόπιση καθιερώθηκε για πρώτη φορά κατά των ληστών, με τη δικτατορία Πάγκαλου το 1925/1926, και ιδιαίτερα με το Ιδιώνυμον (Ν. 4229/1929) Ελευθερίου Βενιζέλου, δημιούργησαν καθεστώς σκληρών πολιτικών διώξεων με κύρια θύματα τους κομμουνιστές αλλά και άλλους πολίτες με αριστερή ιδεολογία, από τους οποίους χιλιάδες εκτοπίζονταν.

Η ίδρυση του Ο.Α.Μ. τον Οκτώβριο/Νοέμβριο του 1949 ψηφίστηκε ομόφωνα και με ενθουσιασμό από σχεδόν όλα τα κόμματα της τότε Βουλής. Επρόκειτο για το Ψήφισμα ΟΓ’ της 14-10-1949, «Περί μέτρων εθνικής αναμορφώσεως»[2] το οποίο ανέφερε μεταξύ άλλων:

Συνιστάται αυτόνομος Οργανισμός αποτελών νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, υπό την επωνυμίαν «Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου» με έδραν τας Αθήνας, υπαγόμενος υπό την ανωτέραν εποπτείαν πενταμελούς συμβουλίου, αποτελουμένου εκ των υπουργών Δικαιοσύνης, Στρατιωτικών, Παιδείας, Δημοσίας Τάξεως, Τύπου και Πληροφοριών. […] Σκοπός του ανωτέρω Οργανισμού είναι η διά της διαφωτίσεως και διαπαιδαγωγήσεως αναμόρφωσις των εις αυτό υπό του Κράτους παραπεμπομένων ατόμων συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος Ψηφίσματος. […] Εις την δικαιοδοσίαν του Οργανισμού τούτου υπάγονται από της ισχύος του παρόντος: α) Οι στρατιωτικοί εν γένει πλην μονίμων, δι ους κρίνεται επιβεβλημένη η παραπομπή εις τον Οργανισμόν προς αναμόρφωσιν. β) Οι υπό των Επιτροπών Ασφαλείας του Κράτους, βάσει της κειμένης νομοθεσίας, εκτοπιζόμενοι ως επικίνδυνοι διά το εθνικόν καθεστώς, της αποφάσεως περί εκτοπίσεως επεχούσης θέσιν παραπομπής εις τον Οργανισμόν. γ) Οι υπό των στρατιωτικών αρχών συλλαμβανόμενοι ως ύποπτοι πράξεων στρεφομένων κατά της ασφαλείας των στρατιωτικών τμημάτων, εφόσον ήθελον παραπεμφθή εις τον Οργανισμόν δι’ αποφάσεως των Επιτροπών Ασφαλείας του τόπου της συλλήψεως, δ) Οι αυθορμήτως παρουσιαζόμενοι ή συλλαμβανόμενοι συμμορίται, εφ’ όσον κρίνονται παραπεμπτέοι υπό των στρατιωτικών αρχών και ε) Οι δυνάμει του παρόντος ψηφίσματος παραπεμπόμενοι εις τον Οργανισμόν κατάδικοι και υπόδικοι […] άπαντες οι κατά την δημοσίευσιν του παρόντος διατελούντες εν εκτοπίσει ως ενεχόμενοι εις αντεθνικάς ενεργείας ή ως επικίνδυνοι εις το εθνικόν καθεστώς, ως και οι προληπτικώς συλληφθέντες υπό του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και των στρατιωτικών αρχών, περιέρχονται από της ισχύος του παρόντος εις την δικαιοδοσίαν του συνιστώμενου Οργανισμού

Η ίδρυση του Ο.Α.Μ., δύο χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του στρατοπέδου, οφειλόταν στη μαζική μεταφορά πολιτικών εξορίστων στο νησί, το 1949[2]. Είχαν προηγηθεί το ΝΔ 329/18.8.1947 (καθεστώς πειθαρχημένης διαβίωσης), ο αναγκαστικός νόμος ΑΝ 511/31.12.1947 (σχετικά με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης) και το ΝΔ 687/7.5.1948 (σχετικά με την επ’ αόριστον παράταση του χρόνου εκτόπισης). Ενώ είχαν λήξει οι μάχες του Εμφυλίου αλλά εξακολουθούσε να υπάρχει εκτός Ελλάδος η «Κυβέρνηση του Βουνού», συνεχίστηκαν οι μεταγωγές πολιτών προς τη Μακρόνησο. Η θέσπιση του Ο.Α.Μ. έδινε στον στρατό τη δικαιοδοσία να κρατά και πολίτες, μετατρέποντας τη Μακρόνησο σε τεράστια φυλακή των ατόμων επικίνδυνων για το κράτος.[2].

Κατηγορίες και αριθμοί εγκλείστων
Οι έγκλειστοι ήταν αντιστασιακοί που ανήκαν στην ΕΠΟΝ, πολιτικοί εξόριστοι, υπό περιορισμό αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, υπόδικοι πολιτικοί κρατούμενοι, ανήλικοι πολιτικοί κατάδικοι, εξόριστες γυναίκες απ’ το Τρίκερι, προληπτικά συλληφθέντες πολίτες, Μάρτυρες του Ιεχωβά, μέλη και ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ κ.ά., ανάμεσά τους και (ήδη ή μετέπειτα) γνωστές προσωπικότητες όπως ο συνυποστείλας τη ναζιστική σημαία στην Ακρόπολη Απόστολος Σάντας,[6] ο (μετέπειτα) γνωστός δικηγόρος του Αρείου Πάγου από τη Θεσσαλονίκη Γεώργιος Γιαννιός, ο ηθοποιός Θανάσης Βέγγος[7] ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος[7], ο αγωνιστής Σίμος Βελδεμίρης[8] και ο Μικρασιάτης λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης.

Κατά το Γενικό Επιτελείο Στρατού, μέχρι τον Οκτώβριο του 1949 είχαν «αναμορφωθεί» 25.000 οπλίτες και αξιωματικοί[2]. Έχει υπολογιστεί ότι κατά τα έτη 1947-1950 πέρασαν από τη Μακρόνησο 27.000 απλοί στρατιώτες, 1.100 αξιωματικοί και 30.000 πολίτες.[3] Σύμφωνα με μια εκτίμηση, στη διάρκεια λειτουργίας του στρατοπέδου, στον Ελληνικό Στρατό παρουσιάστηκαν 290.000 στρατεύσιμοι, εκ των οποίων 29.500 πήγαν στη Μακρόνησο. Από αυτούς, περίπου 400 δεν υπέγραψαν «δήλωση μετανοίας».

Search

Κατηγορίες


---------------------------------------------------