Η Μακρόνησος ή Μακρονήσι, λόγω του σχήματός του, ή κατά τους αρχαίους χρόνους «Ελένη» ή όπως την αναφέρει ο Στράβων «Κρανάη» είναι νησί του Αιγαίου πελάγους και βρίσκεται κοντά στις ακτές της Αττικής, απέναντι από το Λαύριο. Είναι το δυτικότερο νησί των Κυκλάδων και διοικητικά υπάγεται στη νήσο Κέα. Το Στρατόπεδο Μακρονήσου αποτέλεσε τόπο εξορίας και μαρτυρίου χιλιάδων αριστερών στρατιωτών και πολιτών από το 1947 έως το 1958. Το 2019 ολόκληρη η Μακρόνησος κηρύχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού αρχαιολογικός χώρος.[1]

Χαρακτηριστικά
Έχει επίμηκες σχήμα (13 περίπου χλμ. από B. προς N. και πλάτος στα περισσότερα σημεία της από 1 ως 2,5 χλμ. περίπου), η έκτασή της είναι 18,427 τ.χλμ. και το έδαφός της είναι χαμηλό, με μικρούς λόφους, ξηρό και βραχώδες. Το υπέδαφός του αποτελείται από στρώματα μαρμάρων και σχιστολίθων, υπάρχουν δε σε ορισμένες περιοχές αργυρούχα μεταλλεύματα, όπως γαληνίτης (PbS). Λόγω γειτνίασης και γεωλογικής συγγένειας, η Μακρόνησος ανήκει μάλλον στη Λαυρεωτική παρά στις Κυκλάδες.[2] Η ψηλότερη κορυφή (281μ.) είναι στο βόρειο άκρο καλούμενη Τρυπητή επειδή υπάρχει φυσική σήραγγα από Α. προς Δ. Έχει 28 χλμ. μήκος ακτών, που σχηματίζουν τρεις όρμους τους Αγκάλιαστρο, Γερολυμνιώνα και Μαυριά. Μεταξύ των δύο τελευταίων και στη τοποθεσία Καταζυγιά υπάρχει μεγάλο φυσικό σπήλαιο. Στο νησί υπάρχουν λίγες πηγές που συχνά στερεύουν. Σήμερα η Μακρόνησος έχει 5 κατοίκους, αν και παρουσιάζει περιορισμένη οικονομική δραστηριότητα μελισσοκομίας (από κατοίκους Λαυρίου) καθώς και παράλιας ερασιτεχνικής αλιείας, ιδιαίτερα υποβρύχιας, όταν και εφόσον οι καιρικές συνθήκες την επιτρέπουν.

Ιστορία
Αρχαιότητα
Στους αρχαίους χρόνους η νήσος έφερε το όνομα «Ελένη» ή «Ελένη νήσος» επειδή κατά την Ελληνική Μυθολογία όταν την ωραία Ελένη απήγαγε ο Πάρις στη Τροία ή στην επιστροφή από εκεί με τον Μενέλαο, εκείνη αποβιβάσθηκε στη νήσο αυτή. Ο Στράβων μόνο την αναφέρει επίσης και «Κρανάη», παίρνοντας το όνομά της από την κόρη του Κραναού, βασιλιά της Αθήνας. Στο νησί υπάρχει εγκατάσταση που τοποθετείται χρονικά στην περίοδο μετάβασης από τη Νεολιθική περίοδο στην εποχή του Χαλκού (τέλη της 4ης χιλιετίας π.Χ).[3] Έχουν βρεθεί αρχαία ερείπια, τεμάχια κιόνων και κρηπιδώματα μεγάλου αρχαίου κτίσματος. Επίσης υπογραμμίζει ότι «κατά τους αρχαϊκούς χρόνους ιδρύθηκε λίγο βορειότερα, στην περιοχή όπου βρίσκεται ο σημερινός Ι.Ν. του Αγίου Γεωργίου, ο κύριος οικισμός του νησιού η χρήση του οποίου μαρτυρείται, με τα δεδομένα της έρευνας πεδίου, έως τον 6ο/7ο αι. μ.Χ. ενώ έχει εντοπιστεί και το νεκροταφείο της κλασικής περιόδου». Οι δύο μικροί ναΐσκοι του νησιού, του Αγίου Γεωργίου και της Θεοτόκου, κτίσθηκαν πάνω σε θεμέλια αρχαίων κτηρίων (πιθανώς ναών).[1]

12ος αιώνας
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του δωδεκάτου (12ου) αιώνος, όταν η πειρατεία γενικεύεται σε μεγάλο βαθμό, λόγω της αποφάσεως του Ιωάννη Β΄ Κομνηνού (κατόπιν εισηγήσεως προς αυτόν του “Ιωάννου του εκ Προύτζης”) να διακόψει τα κονδύλια προς το ναυτικό, η Μακρόνησος, όπως η Αίγινα και άλλα παρακείμενα νησιά, γίνεται ορμητήριο των πειρατών. Από αυτά τα νησιά οι πειρατές λυμαίνονται τα παράλια της Αττικής αρπάζοντας υλικά αγαθά, ζώα, ανθρώπους για σκλάβους ή για λύτρα, και βεβαίως σκοτώνουν πολλούς κατοίκους συχνά με βασανιστικό τρόπο ή απλώς τους ακρωτηριάζουν.[4]

Βαλκανικοί Πόλεμοι
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) στη Μακρόνησο είχε μεταφερθεί μεγάλος αριθμός Τούρκων αιχμαλώτων, που έζησαν εκεί μέχρι την υπογραφή της ειρήνης οπότε και μετακινήθηκαν στη Τουρκία.

Περίοδος 1922-23
Η Μακρόνησος λειτούργησε για ένα και πλέον χρόνο ως λοιμοκαθαρτήριο προσφύγων την περίοδο 1922-1923. «Φιλοξενήθηκαν» δεκάδες χιλιάδες προσφύγων κάτω από απάνθρωπες και τραγικές συνθήκες με αποτέλεσμα πάρα πολλοί να πεθάνουν εκεί.

Ο Ριζοσπάστης στις 8-12-1923 στο κεντρικό του άρθρο «Προς τις εργαζόμενες προσφυγικές μάζες» αποτυπώνει τις άθλιες συνθήκες με τις οποίες υποδέχθηκε το ελληνικό κράτος τους πρόσφυγες στο λοιμοκαθαρτήριο της Μακρονήσου. «Αυτοί φάγανε 40 χιλιάδες πρόσφυγες στη Μακρόνησο στην καραντίνα…».[5]

Από τα μέσα του 1922 άρχισαν κατά χιλιάδες να αποβιβάζουν στη Μακρόνησο πρόσφυγες όπου μετά από ολιγόμηνη «περιποίηση-απολύμανση» προωθούνταν στην υπόλοιπη Ελλάδα. Σχετικά δημοσιεύματα στον τύπο της εποχής υπάρχουν πολλά. Ενδεικτικά: Για άφιξη 3.750 Ποντίων μας πληροφορεί η εφημερίδα Ριζοσπάστης στις 26-3-1923,[6] για την αναχώρηση από τη Μακρόνησο 5.500 προσφύγων μας μιλά η εφημερίδα Εμπρός στις 13-9-1922.[7] Για τους Πόντιους πρόσφυγες στη Μακρόνησο έγραψε και το περιοδικό National Geographic στο τεύχος του Νοεμβρίου 1925 όπου στη σχετική φωτογραφία μιλά για 6.000 πρόσφυγες από την Τραπεζούντα που μόλις έχουν αφιχθεί.[8]

Μεταπολεμική περίοδος
Κύριο λήμμα: Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου
Από τον Απρίλιο του 1947 η Μακρόνησος και στη διάρκεια του Εμφυλίου χρησιμοποιήθηκε ως στρατόπεδο «εθνικής αναμόρφωσης» για χιλιάδες κομμουνιστές, πολιτικούς κρατούμενους και λιποτάκτες στρατιώτες. Τον Οκτώβριο του 1949 ιδρύθηκε ο αυτόνομος Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου με τα γνωστά αρχικά ΟΑΜ που λειτουργούσε ως το 1955. Οι εξορίσεις στη Μακρόνησο συνεχίστηκαν από τις μετεμφυλιακές κυβερνήσεις που ακολούθησαν. Γι’ αυτούς τους λόγους, το νησί κρίθηκε με απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη, μνημείο της εποχής του εμφυλίου, οπότε σήμερα νησί και κτίσματα των επιμέρους στρατοπέδων σε αυτό προστατεύονται από παρεμβάσεις. Ο επίσημος δικτυακός τόπος του δήμου Κέας περιγράφει την ιστορία της Μακρονήσου ως εξής:

Το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ακολουθεί η αρχή του εμφυλίου πολέμου. Η Μακρόνησος αποτελεί μία από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας του. Το 1947 εξορίζονται εκεί όλοι οι νεοσύλλεκτοι στρατιώτες με «ύποπτα φρονήματα», επανδρώνοντας τα τρία ειδικά τάγματα οπλιτών (Α΄ ΕΤΟ, Β΄ ΕΤΟ, Γ΄ ΕΤΟ). Το 1948 δημιουργείται το 4ο τάγμα στο οποίο μεταφέρονται οι πολιτικοί εξόριστοι. Σαν «κολυμπήθρα του Σιλωάμ», όπως ονόμαζαν το Μακρονήσι, ο τρόμος και τα βασανιστήρια ήταν η μέθοδος για ιδεολογική αναβάπτιση η οποία θα δηλωνόταν με τη δήλωση μετάνοιας. Έλληνες βασάνιζαν Έλληνες. «Πατριώτες» βασάνιζαν Πατριώτες. Σε σκηνές ενός ατόμου ζούσαν τρεις. Οι δοκιμασίες πολλές και κυρίως αυτή της δίψας. Όταν δεν μπορούσε να φτάσει το καΐκι που μετέφερε νερό, τους έδιναν αλμυρό μπακαλιάρο… Απειλές, ατομικοί και ομαδικοί βασανισμοί, βρίσκονταν στο καθημερινό πρόγραμμα με σκοπό να σκύψουν το κεφάλι, να καμφθεί το ηθικό. Όσοι δεν υπέγραφαν δήλωση μετάνοιας μεταφέρονταν στη χαράδρα του Α΄ ΕΤΟ κι από εκεί πέρναγαν στρατοδικείο. Όσοι υπέγραφαν, για να αποδείξουν την ανάνηψή τους, τους έβαζαν πέτρες στα χέρια και τους διέταζαν να λιθοβολήσουν τους αμετανόητους. Αυτούς που λίγο πριν μοιράζονταν τις ίδιες φοβίες.

Η ιστορία της Μακρονήσου στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο έχει αποδοθεί -μεταξύ άλλων- μέσα από δύο σπουδαία έργα, τον «Λοιμό» του Ανδρέα Φραγκιά (1972, Κέδρος) και την κινηματογραφική του μεταφορά από τον Παντελή Βούλγαρη στο «Happy Day» (1976, βραβεία: Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και μουσικής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1976).

Σύγχρονη εποχή
Τον Αύγουστο του 2003 έγιναν τρεις συναυλίες από το Μίκη Θεοδωράκη στη Μακρόνησο, σε ανάμνηση των χρόνων της εξορίας.[9][10]

Το 2019 ολόκληρη η Μακρόνησος κηρύχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού αρχαιολογικός χώρος.[1]

Το 2020 έγιναν τα αποκαλυπτήρια μνημείου με πέντε μορφές από χάλυβα, ως φόρος τιμής σε όσους θανατώθηκαν, φυλακίσθηκαν και βασανίσθηκαν στα πέντε στρατόπεδα της Μακρονήσου. Το έργο φιλοτέχνησε ο γλύπτης Μάρκος Γεωργιλάκης.[11]

Search

Κατηγορίες


---------------------------------------------------